Μια κριτική του Ευριπίδη Κορρέ

Διαβάζοντας τα «ΟΡΑΜΑΤΑ μιας χειμερινής μέρας», την αυτοβιογραφική κατάθεση ζωής του Χρήστου Αναγνωστόπουλου, πρέπει να ομολογήσω ότι ξαφνιάστηκα. Το θέμα είναι πρωτότυπο, η δομή κρατά το ενδιαφέρον αμείωτο μέχρι το τέλος, η γραφή κυλάει αβίαστα, ξετυλίγοντας ένα απίστευτο κουβάρι από γεγονότα και εμπειρίες του συγγραφέα.

Την ίδια στιγμή και όσο προχωράει η ανάγνωση του βιβλίου του Αναγνωστόπουλου, ο αναγνώστης οδηγείται στο αναπόφευκτο ερώτημα. Είναι, πράγματι, ο συγγραφέας το χαρισματικό άτομο στο οποίο μια ανώτερη δύναμη προαναγγέλλει σημαντικά γεγονότα, ή απλά συγχέει πραγματικά και φανταστικά στοιχεία, με τρόπο που ούτε ο ίδιος μπορεί να ξεχωρίσει πού τελειώνει το ένα και πού αρχίζει το άλλο.

Σημασία για την αξιολόγηση του βιβλίου δεν έχει η απάντηση στο ερώτημα αυτό, την οποία, ούτως ή αλλως, κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να δώσει. Είναι πολύ πιο σημαντικό να αναρωτηθεί κανείς γιατί ο Αναγνωστόπουλος βάζει τον αναγνώστη του στο δίλημμα αυτό; Γιατί επιλέγει να εκτεθεί ο ίδιος, ως συγγραφέας, στην κριτική του αναγνώστη, όχι για το νόημα του έργου του, αλλά για την ίδια την υπόστασή του ως άτομο; Μα, αυτό ακριβώς είναι και το εσωτερικό νόημα του βιβλίου. Ο Αναγνωστόπουλος, σκόπιμα περιλαμβάνει τον εαυτό του μέσα στον προβληματισμό του βιβλίου του, παρασύροντας έντεχνα τον αναγνώστη να βάλει και εκείνος τον δικό του εαυτό στον ίδιο προβληματισμό – στο δίλημμα αν αυτά που αφηγείται ο συγγραφέας είναι η επικοινωνία με τη μορφή των πραγμάτων που θα 'ρθουν, αν ο αναγνώστης έζησε και αυτός κάποτε μια αντίστοιχη εμπειρία και πώς θα ήταν η εξέλιξη αν ο καθένας είχε το θάρρος να βγει και να φωνάξει όσα του αποκαλύφθηκαν, πόσες τραγωδίες θα είχαν αποτραπεί, πόσο διαφορετική θα ήταν, ίσως, η ζωή μας.

Εν τέλει, τα «ΟΡΑΜΑΤΑ μιας χειμερινής μέρας» είναι ένα βιβλίο ιδιαίτερο, ξεχωριστό, όπως ακριβώς είναι και αυτός που το έγραψε. Η προσωπική μου ευχή είναι να πραγματοποιήσει το όνειρο με το οποίο τελειώνει την αφήγησή του και να κρατήσει ζωντανή την ιστορία του βιβλίου του, για να την διηγείται μετά από χρόνια στα εγγονάκια του, τα βράδια κοντά στη φωτιά...